Ο Βασίλης Σκουντής γράφει για τον Μάριο Τσάλμερς

Τσάλμερς: «Μπορώ να πάρω το Champions League και με την ΑΕΚ»
Photo Credits: INTIME

Ο δις πρωταθλητής του ΝΒΑ Mάριο Τσάλμερς θα χρειασθεί να περιμένει μέχρι την επόμενη Τετάρτη για να κάνει το ντεμπούτο του με τη φανέλα της ΑΕΚ και ο Βασίλης Σκουντής και σε προσκλητήριο τους προηγούμενους γαλαζοαίματους που έχουν κοσμήσει την πινακοθήκη του ελληνικού μπάσκετ…

Προφανώς ο (κάθε) Τσάλμερς δεν έρχεται εδώ για να… ενταφιασθεί, αλλά για ν’ αποδείξει ότι περνάει η μπογιά του και μπορεί να εξαργυρώσει σε άλλο νόμισμα αφενός την όποια (βραχεία ή μακρά) θητεία του στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού και αφετέρου το δαχτυλίδι που κομίζει ως highlight της καριέρας του και ως ανεκτίμητη περιουσία του…

Πολλώ δε μάλλον ελόγου του, που εκτός από τα δυο πρωταθλήματα με το Μαιάμι (2012, 2013) και σε ρόλο επιφανούς ιπποκόμου της Big Three (ΛεΜπρόν Τζέιμς, Ντουέιν Γουέιντ, Κρις Μπος) μοστράρει και έναν τίτλο του ΝCAA με τους Τζέιχοκς του Κάνσας και ένα τρόπαιο του Basketball Champions League με τη Βίρτους Μπολόνια.

Αυτό είναι όντως ένα αμύθητο «πόθεν έσχες», ήθελα να ξέρω πόσο ΕΝΦΙΑ πληρώνει κάθε χρόνο!

Σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, η Ελλάδα άνοιξε με μεγάλη καθυστέρηση τις πόρτες της στους ξένους παίκτες, ωστόσο σε αυτά τα 31 χρόνια που κυκλοφορούν ανάμεσα μας, θαμπωθήκαμε από πολλούς από δαύτους και νιώθουμε ευλογημένοι επειδή τους υποδεχτήκαμε, τους φιλοξενήσαμε και τους απολαύσαμε.

Μια παροιμία λέει ότι τα ράσα δεν κάνουν τον παπά και τούτο ισχύει σε απόλυτο βαθμό: στον συρφετό παικτών που έχουν εμφανιστεί στο ελληνικό πρωτάθλημα από το 1988 και εντεύθεν υπάρχουν πολλοί άσημοι, οι οποίοι διέπρεψαν και -στον αντίποδα- πολλοί επώνυμοι που τους έφαγε η μαρμάγκα!

Ανάμεσα τους υπάρχουν 19 παίκτες οι οποίοι ήλθαν στην Ελλάδα έχοντας ήδη στεφθεί πρωταθλητές του ΝΒΑ και άλλοι έξι που εκπαιδεύθηκαν εδώ και στη συνέχεια της καριέρας τους αξιώθηκαν να φορέσουν το χρυσό δαχτυλίδι στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.

Το όλον, 25 πρωταθλητές οι οποίοι κάνουν σούμα 39 χρυσά δαχτυλίδια, που δεν τα λες και λίγα…

Ο Βασίλης Σκουντής γράφει για τον Μάριο Τσάλμερς

1.   Ο παίκτης ο οποίος έχει την τιμή να μνημονεύεται ως ο πρώτος εστεμμένος του ΝΒΑ που πάτησε το πόδι του στην Ελλάδα είναι ο Μαρκ Λάντσμπεργκερ. Ο («είναι τρελός ο καραφλός») Αμερικανός σέντερ αγωνίσθηκε στον Πανιώνιο τη σεζόν 1988-89 με μέσο όρο 18.7 πόντους και 17.9 ριμπάουντ σε 19 αγώνες, ενώ πέτυχε και κατέχει ακόμη το ρεκόρ συνολικής συγκομιδής ριμπάουντ στα χρονικά της Α1, με 31 από τις 28 Ιανουαρίου του 1989 στον αγώνα με τον Ολυμπιακό στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας. Ο γεννημένος το 1955 σέντερ ο οποίος με τους Σικάγο Μπουλς είχε «κατεβάσει» 29 ριμπάουντ σε έναν  αγώνα, ενώ με τη Μοντεκατίνι πήρε 34, κατέκτησε δυο τίτλους του ΝΒΑ με τους Λος Αντζελες Λέικερς τις σεζόν 1979-80 και 1981-82 έχοντας μέσο όρο 7 πόντους, 7.1 ριμπάουντ και 4.3 πόντους, 5.3 ριμπάουντ αντιστοίχως.

2.   Την ίδια περίοδο (1988-89) έσκασε μύτη στην Ελλάδα και ένας άλλος πρωταθλητής του ΝΒΑ, ο οποίος ωστόσο αγωνίσθηκε ως δεύτερος ξένος μόνο στο Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης: ο Κλιντ Ρίτσαρντσον που πλαισίωσε τον συμπατριώτη του, Ντάνι Βρέινς στην ΑΕΚ. Ο γεννημένος το 1956 Αμερικανός γκαρντ είχε φορέσει το χρυσό δακτυλίδι του ΝΒΑ τη σεζόν 1982-83 αγωνιζόμενος στους Σίξερς της Φιλαδέλφειας (ως αναπληρωματικός του Μορίς Τσικς και του Αντριου Τόνι), με μέσο όρο 7.6 πόντους, 3.2 ριμπάουντ και 2.2 ασίστ.

3.   Τέσσερα χρόνια αργότερα το φιλοθεάμον κοινό υποδέχθηκε τον Κλιφ Λέβινγκστον, ο οποίος αγωνίσθηκε στον ΠΑΟΚ τη σεζόν 1992-93 με μέσο όρο 13.9 πόντους, 10.6 ριμπάουντ και 1.5 ασίστ. Μπορεί ο αξιολάτρευτος Κλιφ να μην κατάφερε να οδηγήσει τον «Δικέφαλο του Βορρά» στην κατάκτηση του ευρωπαϊκού τίτλου στο Φάιναλ φορ του 1993 στο Νέο Φάληρο, αλλά άφησε κληρονομιά μερικά μνημειώδη καρφώματα, με κορυφαίο αυτό στο οποίο (εναντίον της γαλλικής Πο Ορτέζ) έκανε πόστερ τον Ρουμάνο γίγαντα Γκεόργκε Μουρεσάν! Αφησε επίσης κληρονομιά τους ομηρικούς καυγάδες του με τον Ντούσαν Ιβκοβιτς, με αφορμή τη συνήθεια του να συνοδεύει τα γεύματα του με Coca Cola, την οποία ο Ντούντα απαγόρευε δια ροπάλου! Ο γεννημένος το 1961, Λέβινγκστον είχε κατακτήσει δυο τίτλους του ΝΒΑ με τους Σικάγο Μπουλς, το 1991 με μέσο όρο 13 λεπτά, 4 πόντους και 2.9 ριμπάουντ και το 1992 με μέσο όρο 12.9 λεπτά, 3.9 πόντους και 2.9 ριμπάουντ.

4.  Την ίδια περίοδο η πινακοθήκη του ελληνικού πρωταθλήματος κοσμήθηκε από έναν επίσης δις πρωταθλητή του ΝΒΑ: τον Μάικ Σμρεκ (1962), που έπαιξε στη Δάφνη με μέσο όρο 13.6 πόντους και 13.3 ριμπάουντ και υπήρξε επίγονος του Λάντσμπεργκερ. Ο  Καναδός σέντερ ήταν μέλος των Λος Αντζελες Λέικερς στο repeat που πέτυχαν το 1987 και το 1988 με μέσο όρο 2.1 πόντους και 1.1 ριμπάουντ και 2.8 πόντους και 1.8 ριμπάουντ αντιστοίχως.

5.  Την επόμενη σεζόν (1993-94) εκείνος που κουβάλησε την αύρα του πρωταθλητή του ΝΒΑ ήταν ο Σαμ Βίνσεντ, ο οποίος σε 17 αγώνες με τον Αρη είχε μέσο όρο 13.5 πόντους, 5.7 ριμπάουντ και 4.4 ασίστ. Ο γεννημένος το 1963 γκαρντ, ο οποίος επέστρεψε στην Ελλάδα τη σεζόν 1999-2000 ως προπονητής του ΓΣ Λάρισας είχε στεφθεί πρωταθλητής του ΝΒΑ με τους Μπόστον Σέλτικς το 1986, με μέσο όρο 7.6 λεπτά, 3.2 πόντους, 0.8 ριμπάουντ και 1.2 ασίστ.

6.  Ο ΠΑΟΚ ξανακτύπησε την περίοδο 1994-95, στο πρόσωπο του Ματ Μπούλαρντ ο οποίος φόρεσε την ασπρόμαυρη φανέλα με μέσο όρο 9.9 πόντους, 6.5 ριμπάουντ και μία ασίστ. Ο γεννημένος το 1967 Αμερικανός φόργουορντ είχε κατακτήσει τον τίτλο του ΝΒΑ την αμέσως προηγούμενη σεζόν (1993-94) με τους Χιούστον Ρόκετς, έχοντας μέσο όρο 3.5 πόντους, 1.3 ριμπάουντ και μία ασίστ.

7.  Τον Νοέμβριο του 1995 η ΑΕΚ έφερε ως αντικαταστάτη του τραυματία Αντονι Πελ, τον Τόνι Κέμπελ, ο οποίος όμως έπαιξε μονάχα σε ένα φιλικό ματς (με τον Πανιώνιο, σκορ 56-77) και αποχώρησε, καθώς υπέπεσε σε κρούσμα απειθαρχίας και συν τοις άλλοις ήταν επηρεασμένος από τη μακρά αποχή του από την αγωνιστική δράση. Ο γεννημένος το 1962 σέντερ είχε στεφθεί πρωταθλητής του ΝΒΑ το 1988 με τους Λος Αντζελες Λέικερς έχοντας μέσο όρο 11.0 πόντους, 2.1 ριμπάουντ στην κανονική περίοδο και 3.1 πόντους, 0.7 ριμπάουντ στα πλέι οφς.

8.  Τον Οκτώβριο του 1996 ήλθε εν χορδαίς και οργάνω για λογαριασμό του νεόκοπου πρωταθλητή Ευρώπης, Παναθηναϊκού ένας παίκτης που φορούσε τέσσερα δαχτυλίδια, αλλά δεν έμελλε να μακροημερεύσει  με την πράσινη φανέλα: ο Τζον Σάλεϊ έπαιξε μόλις σε τρεις αγώνες, με απολογισμό 20 πόντους και 20 ριμπάουντ και περισσότερο μνημονεύεται για την εντυπωσιακή προσγείωση του με ελικόπτερο στο ΟΑΚΑ, ώστε να προλάβει τον αγώνα Κυπέλλου με τον ΠΑΟΚ! Ο γεννημένος το 1964 Αμερικανός σέντερ στέφθηκε πρωταθλητής του ΝΒΑ με τους Ντητρόιτ Πίστονς το 1989 (με μέσο όρο 7 πόντους και 5 ριμπάουντ) και το 1990 (7.2π. και 5.4ρ.) , με τους Σικάγο Μπουλς το 1996 (2.1π. και 2.5ρ.) και με τους Λος Αντζελες Λέικερς το 2000 (1.6π. και 1.4ρ.).

9.  Την ίδια σεζόν (1996-97) αγωνίστηκε στον Απόλλωνα Πατρών ο Ερικ Ράιλι, ο οποίος γεύθηκε το νέκταρ του τίτλου του ΝΒΑ τη σεζόν 1993-94 με τους Χιούστον Ρόκετς έχοντας μέσο όρο 1.9 πόντους και 1.3 ριμπάουντ.  Ο γεννημένος το 1970 Αμερικανός σέντερ έπαιξε σε 31 αγώνες του ελληνικού πρωταθλήματος με μέσο όρο 9.7 πόντους και 9.3 ριμπάουντ.

Ο Βασίλης Σκουντής γράφει για τον Μάριο Τσάλμερς

10. To καλοκαίρι του 1997 έσκασε μύτη στην Αθήνα για να φορέσει τη φανέλα του Παναθηναϊκού με την οποία μάλιστα έγραψε τους τίτλους τέλους της καριέρας του, ο επιφανέστερος μεταξύ όλων των πρωταθλητών του ΝΒΑ, που έχουν εμφανιστεί ποτέ στην Ελλάδα: ο Μπάιρον Σκοτ, ο οποίος σε 34 αγώνες της Α1 της περιόδου 1997-98 είχε μέσο όρο 17.5 πόντους, 2.7 ριμπάουντ και 2.2 ασίστ και έπαιξε θεμελιώδη ρόλο στην έξοδο των «πρασίνων» από το τούνελ των 14 «πέτρινων χρόνων», μάλιστα ήταν αυτός που σφράγισε την κατάκτηση του τίτλου στον πέμπτο τελικό με τον ΠΑΟΚ. Ο γεννημένος το 1961 γκαρντ αναδείχθηκε τρεις φορές πρωταθλητής με τους Λος Αντζελες Λέικερς (τους οποίους πλέον καθοδηγεί ως προπονητής) και υπήρξε  βασικό εργαλείο του «show time» της δεκαετίας του ’80. Στις τρεις σεζόν στις οποίες οι «Λιμνάνθρωποι» ανέβηκαν στον θρόνο του ΝΒΑ, ο Σκοτ είχε μέσο όρο σεζόν 16.0 πόντους, 2.6 ριμπάουντ και 3.0 ασίστ (1984-85), 17.0 πόντους, 3.5 ριμπάουντ και 3.4 ασίστ (1986-87) και 21.7 πόντους, 4.1 ριμπάουντ και 4.1 ασίστ (1987-88).Μάλιστα την τελευταία σεζόν συνυπήρξαν στη… δούλεψη του Πατ Ράιλι τέσσερις παίκτες που πέρασαν από την Ελλάδα: ο Μπάιρον Σκοτ, ο Μάικ Σμρεκ, ο Τόνι Κέμπελ και ο… Κυριάκος Ραμπίδης!

11. Η συνέχεια γράφτηκε από τον Κρις Τζεντ, ο οποίος αγωνίσθηκε τη σεζόν 1999-2000 στον Πανιώνιο, με μέσο όρο 13.6 πόντους, 3.6 ριμπάουντ και 1.8 ασίστ. Την περίοδο 1993-94 ο γεννημένος το 1970 ξανθομάλλης φόργουορντ (που βρίσκεται πλέον στο πλευρό του Λόιντ Πιρς ως ασίσταντ στους Ατλάντα Χοκς) ήταν συμπαίκτης του Μπούλαρντ και του Ράιλι στους Χιούστον Ρόκετς στους οποίους εντάχθηκε λίγες μέρες πριν από την έναρξη των πλέι οφς, προερχόμενο από το CBA: σε τρεις αγώνες της κανονικής περιόδου είχε 31 πόντους, 15 ριμπάουντ και 7 ασίστ και σε έντεκα των πλέι οφς  13 πόντους, 9 ριμπαουντ και 7 ασίστ.

12. Τη σκυτάλη από τον Τζεντ πήρε ο Ντίκι Σίμπκινς, ο οποίος την περίοδο 2000-01 έπαιξε σε 14 αγώνες με τον Μακεδονικό (15.4 πόντοι, 11.0 ριμπάουντ, 2.2 ασίστ) και την επόμενη σε τέσσερα ματς με το Μαρούσι (6.7π., 6.6ρ.). Ο γεννημένος το 1972 πάουερ φόργουορντ υπήρξε μέλος των Σικάγο Μπουλς στο δεύτερο three-peat, έχοντας μέσο όρο 3.6 πόντους και 2.6 ριμπάουντ τη σεζόν 1995-96, 1.9 πόντους και 1.9 ριμπάουντ τη σεζόν 1996-97 (χωρίς ωστόσο να αγωνισθεί στα play offs) και 3.7 πόντους, 1.5 ριμπάουντ τη σεζόν 1997-98, κατά την οποία επανεντάχθηκε μετά από ένα διάλειμμα στους Γουόριορς.

13.   Τέσσερα χρόνια αργότερα το new entry σε αυτή τη λίστα έφερε την υπογραφή του Τρέισι Μάρει, ο οποίος τη σεζόν 2004-05 αγωνίσθηκε στον Παναθηναϊκό και την επόμενη ανηφόρισε στη Θεσσαλονίκη για λογαριασμό του ΠΑΟΚ. Με τους «πράσινους» ο γεννημένος το 1971 σμολ φόργουορντ έπαιξε σε 6 αγώνες με μέσο όρο 4.6 πόντους και 0,6 ριμπάουντ (προτού αντικατασταθεί από τον Μπράντον Χάντερ), ενώ με τον «Δικέφαλο του Βορρά» έγραψε 9.6 πόντους και 3.5 ριμπάουντ σε 8 ματς. Ο Μάρεϊ είχε στεφθεί πρωταθλητής του ΝΒΑ τη σεζόν 1994-95 με τους Χιούστον Ρόκετς, έχοντας μέσο όρο 3.5 πόντους και 0.9 ριμπάουντ σε 25 ματς της κανονικής περιόδου, ενώ δεν έπαιξε καθόλου στα play offs. Στις 10 Φεβρουαρίου του 1998 έγινε «είδηση» στο ΝΒΑ λόγω των 50 πόντων τους οποίους σημείωσε ως παίκτης των Γουίζαρντς εναντίον των Γουόριορς.

14. Τη σεζόν 2010-11 ο Ράντοσλαβ Νεστέροβιτς έγινε ο πρώτος Ευρωπαίος πρωταθλητής του ΝΒΑ, ο οποίος αγωνίσθηκε στην Ελλάδα. Ο γεννημένος το 1976 Σλοβένος ο οποίος είχε ελληνοποιηθεί με το 1993 από τον ΠΑΟΚ φέρων το επώνυμο Μακρής στάθηκε άτυχος, καθώς τραυματίσθηκε, έπαιξε μόλις σε 19 αγώνες της Α1 (με μέσο όρο  9.5 πόντους και 4.6 ριμπάουντ) και τερμάτισε την καριέρα του. Ο «Ράσο» κατέκτησε τον τίτλο του ΝΒΑ τη σεζόν 2004-05 με τους Σαν Αντόνιο Σπερς έχοντας μέσο όρο 5.9 πόντους, 6.6 ριμπάουντ και μία ασίστ.

15.  Η επόμενη πράξη ανέβηκε πάλι στο Νέο Φάληρο με τον Τζος Πάουελ ο οποίος αγωνίστηκε στον Ολυμπιακό τη σεζόν 2012-13 με μέσο όρο 8.6 πόντους και 4.6 ριμπάουντ. Ο γεννημένος το 1983 πάουερ φόργουορντ/σέντερ είναι ο μόνος από τους εν Ελλάδι πρωταθλητές του ΝΒΑ, ο οποίος κατέκτησε και το τρόπαιο της Ευρωλίγκας (Λονδίνο, 2013). Ο πρώην ασίσταντ του Κέβιν Μακ Χέιλ στους Ρόκετς ήταν μέλος των Λος Αντζελες Λέικερς οι οποίοι πέτυχαν το repeat με τους τίτλους το 2009 και το 2010, με μέσο όρο 4.2 πόντους, 2.9 ριμπάουντ και 2.7 πόντους, 1.8 ριμπάουντ αντιστοίχως.

16. Την ίδια σεζόν (2012-13) φόρεσε τη φανέλα του Παναθηναϊκού ο Τζέισον Καπόνο, ο οποίος ήλθε στην Ελλάδα αργά και έφυγε νωρίς, αγωνιζόμενος σε εννέα ματς με μέσο όρο 7.8 πόντους, 1.6 ριμπάουντ και 2.1 ασίστ. Ο γεννημένος το 1981 γκαρντ ο οποίος δεν επέστρεψε στα γήπεδα μετά την αποχώρηση του από τους «πράσινους» είχε στεφθεί πρωταθλητής του ΝΒΑ τη σεζόν 2005-06 με τους Μαϊάμι Χιτ με μέσο όρο  4.1 πόντους και 1.4 ριμπάουντ, ενώ αναδείχθηκε δυο φορές (2007, 2008) νικητής του διαγωνισμού των σουτ τριών πόντων στο All Star Weekend.

17. Ο επόμενος πρωταθλητής του ΝΒΑ, ο οποίος εμφανίστηκε στην Ελλάδα και μάλιστα σε δυο διαφορετικές σεζόν ήταν ο Γκέιμπ Προύιτ. Ο γεννημένος το 1986 γκαρντ αγωνίστηκε σε έξι ματς με το Ρέθυμνο την περίοδο 2013-14 και σε εννέα ματς με τον Πανιώνιο την περίοδο 2014-15 έχοντας μέσο όρο  13.8 πόντους, 2.8 ριμπάουντ, 2.4 ασίστ και 5.6 πόντους, 1.7 ριμπάουντ, 1.1 ασίστ αντιστοίχως. Ο Προύιτ ήταν μέλος των πρωταθλητών της σεζόν 2007-08, Μπόστον Σέλτικς με τους οποίους είχε μέσο όρο 2.1 πόντους και 0.9 ασίστ σε 15 αγώνες.

18. Τη σεζόν 2015-16 έσκασε μύτη στην Ελλάδα, για να φορέσει τη φανέλα του Παναθηναϊκού, ο Ογκνιεν Κούζμιτς ο οποίος ήταν διπλός πρωταθλητής σε συσκευασία ενός! Μερικούς μήνες νωρίτερα ο Σέρβος σέντερ είχε ρουφήξει το νέκταρ των θριάμβων, τόσο στο ΝΒΑ με τους Γκόλντεν Στέιτ Γουοριορς (αγωνιζόμενος σε 16 ματς της κανονικής περιόδου με μέσο όρο 1.3 πόντους και 1.1 ριμπάουντ), όσο και στη D-League με τη θυγατρική ομάδα των Dubs, τους Γουόριορς της Σάντα Κρουζ.

19. Kαι τώρα ο κλήρος πέφτει στον Μάριο Τσάλμερς, ο οποίος υπήρξε βασικό εργαλείο των Χιτ στους back-to-back τίτλους του 2012 και του 2013, ενώ υπήρξε φιναλίστ το 2011 και το 2014. Στις δυο θριαμβευτικές για το Μαιάμι σεζόν, ο πρώτος εξάδελφος του Λάιονελ Τσάλμερς, ο οποίος φόρεσε τη φανέλα της ΑΕΚ τη σεζόν 2005-06, προερχόμενος από τους Κλίπερς, «έγραψε» μέσο όρο 9.8π., 2.7ρ., 3.5ασ. και 8.6π., 2.2ρ. και 3.5ασ. αντιστοίχως.

Πέρα από τους παίκτες που κουβάλησαν την προίκα τους ερχόμενοι στην Ελλάδα, υπάρχουν άλλοι έξι, οι οποίοι στέφθηκαν πρωταθλητές του ΝΒΑ μετά το πέρασμα τους από την Ελλάδα:

Ο Βασίλης Σκουντής γράφει για τον Μάριο Τσάλμερς

1. Ο Κερτ Ράμπις, κατά κόσμον Κυριάκος Ραμπίδης, που αγωνίσθηκε στην ΑΕΚ τη σεζόν 1980-81 και κατέκτησε τέσσερις τίτλους με τους Λος Αντζελες Λέικερς (1982, 1985, 1987, 1988) και αποτελούσε την εκ των ων ουκ άνευ σκληρή παραφωνία στο γάργαρο showtime που έρεε εκείνη την εποχή στο Χόλιγουντ! Στις τέσσερις σεζόν στις οποίες στέφθηκε πρωταθλητής, ο Ραμπίδης είχε μέσο όρο 4.6π. και 5.4ρ., 5.2π. και 6.4ρ., 5.7π. και 5.8ρ. και 4.0π. και 3.8ρ. αντιστοίχως.

2.  Ο συχωρεμένος από τις 16 Μαρτίου του 2015, Τζακ Χέιλι, ο οποίος πέρασε από την ΑΕΚ το 1993 και στέφθηκε πρωταθλητής του ΝΒΑ με τους Σικάγο Μπουλς τη σεζόν 1995-96: αγωνίσθηκε μονάχα επί επτά λεπτά σε έναν αγώνα, σκόραρε πέντε πόντους, κατέβασε δυο ριμπάουντ και μπήκε στο πόστερ κουνώντας την πετσέτα!

3.  Ο PJ Mπράουν, που έκανε τα πρώτα επαγγελματικά βήματα του στον Πανιώνιο (1992-93) και φόρεσε το δαχτυλίδι τη σεζόν 2007-08 με τους Σέλτικς, με 2.2 πόντους και 3.8 ριμπάουντ σε 43 αγώνες.

4. Ο Αυστραλός Αντριου Γκέιζ, ο οποίος έπαιξε στον Απόλλωνα Πατρών την περίοδο 1994-95 και φόρεσε το δαχτυλίδι του πρωταθλητή του ΝΒΑ το 1999 με τους Σαν Αντόνιο Σπερς, αγωνιζόμενος σε 19 ματς με μέσο όρο 1.1 π.

Ο Βασίλης Σκουντής γράφει για τον Μάριο Τσάλμερς

5. Ο «δικός μας» Πέτζα Στογιάκοβιτς, ο οποίος μετά από μια τριετία στον ΠΑΟΚ (1995-98) άνοιξε τα φτερά του στο ΝΒΑ και κατέκτησε τον τίτλο το 2011 με τους Μάβερικς. Εκείνη τη σεζόν που υπήρξε κιόλας του κύκνειο άσμα του, ο νυν διοικητικός παράγων των Κινγκς αγωνίσθηκε πρώτα στους Χόρνετς, εν συνεχεία στους Ράπτορς και κατέληξε στο Ντάλας όπου «έγραψε» μέσο όρο 8.6π., 2.6ρ. και ποσοστό 40.0% στα τρίποντα.

6. Ο Αργεντινός Φαμπρίσιο Ομπέρτο, ο οποίος έπαιξε στον Ολυμπιακό τη σεζόν 1998-99 και στέφθηκε πρωταθλητής του ΝΒΑ το 2007 με τους Σαν Αντόνιο Σπερς, με 4.4 πόντους και 4.7 ριμπάουντ σε 99 αγώνες

Σε αυτή τη λίστα θα μπορούσαν να φιγουράρουν άλλοι τρεις παίκτες, οι οποίοι ωστόσο στάθηκαν άτυχοι, διότι κόπηκαν από ισάριθμες πρωταθλήτριες ομάδες πριν από την έναρξη των play offs. Πρόκειται για τον Ντέιβιντ Βον (Νήαρ Ηστ/1998-99, Ολύμπια Λάρισας/2002-03), τον Ζέλικο Ρέμπρατσα (Παναθηναϊκός, 1999-2001) και τον Σάσα Πάβλοβιτς (Παναθηναϊκός, 205-16), οι οποίοι δεν πρόλαβαν ν’ ανέβουν στο θρόνο ο πρώτος το 1998 με τους Μπουλς, ο δεύτερος το 2004 με τους Πίστονς και ο τρίτος το 2011 με τους Μάβερικς.

4x Προσφορά* χωρίς κατάθεση από την Betsson! *Όροι & Προϋποθέσεις. 21+ | ΠΑΙΞΕ ΥΠΕΥΘΥΝΑ
ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ
ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΜΑΣ
ΟΛΑ ΤΑ BLOGS
X